Φειδωλές στις επενδύσεις τους σε τεχνολογίες αιχμής παραμένουν οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα. Αν και έχουν αντιληφθεί τη σημασία της ψηφιοποίησης στη βάση των νέων τεχνολογιών αιχμής, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, το ΙοΤ ή το cloud, μόλις 1 στις 3 επενδύει σε αυτή την κατεύθυνση πάνω από €1 εκατ. ετησίως.
Περίπου τα δύο τρίτα των εταιρειών (το 64,4%) επενδύουν από €100.000 και πάνω και μέχρι €1 εκατ., ενώ για την επόμενη τριετία, το 75% αναμένεται να επενδύσει >€100.000 και περισσότερο από το 47% των μικρών και το 88% των μεσαίων επιχειρήσεων μεταξύ €100.000 ευρώ έως €1 εκατ.
Την περίοδο 2023-2025, οι μεγάλες επιχειρήσεις σκοπεύουν να επενδύσουν ακόμα μεγαλύτερα ποσά (>€1εκ. 77,5% το 2023 vs 61,3% το 2019), περισσότερες μεσαίες σχεδιάζουν επενδύσεις μεταξύ €100 χιλ.-€300 χιλ. (32,6% το 2019 vs 40,5% το 2023), και περισσότερες μικρές ποσά <€100 χιλ. (48,3% το 2019 vs 53,9% το 2023).
Όπως διαπιστώνει μελέτη του ΣΕΒ και της Deloitte, οι επιχειρήσεις, που επενδύουν στο ψηφιακό τους μέλλον, αποκομίζουν οφέλη: τα δύο τρίτα μετρούν έστω σε ένα βαθμό τις αποδόσεις των επενδύσεων τους, ενώ το 56% ήδη λαμβάνει (ή θα λάβει τα επόμενα 1-2 χρόνια) αξία.
“Απαιτούνται περισσότερες επενδύσεις σε τεχνολογίες αιχμής. Οι επενδύσεις παραμένουν συγκρατημένες, παρ’ ότι αποδίδουν γρήγορα και οι επιχειρήσεις λαμβάνουν, ήδη, αξία ή θα λάβουν σε σύντομο ορίζοντα”, σχολιάζει ο ΣΕΒ στο Special Report “Ψηφιακός μετασχηματισμός επιχειρήσεων. Η σταδιακή σύγκλιση με τις επιδόσεις της ΕΕ αυξάνει τα οφέλη για επιχειρήσεις, οικονομία και κοινωνία”.
Συστήματα αιχμής
Όπως αναφέρει το σχετικό report, σήμερα τα δύο τρίτα των εταιρειών στην Ελλάδα παραμένουν προσανατολισμένες σε παραδοσιακά συστήματα Πληροφορικής (πχ ERP, CRM, HRMS, κ.λπ.) σε τουλάχιστον 50% των κρίσιμων εσωτερικών διαδικασιών.
Μόλις το 13,5% αξιοποιεί τεχνολογίες αιχμής σε βαθμό >50% των κρίσιμων εσωτερικών διαδικασιών. Ιδιαίτερα χαμηλό το ποσοστό των επιχειρήσεων που χρησιμοποιεί εκτεταμένα την Τεχνητή Νοημοσύνη για τη λήψη κρίσιμων αποφάσεων (3%), καθώς και εκείνων που έχουν μεταβεί πλήρως στο Cloud (9,9%).
Επιπρόσθετα, εξίσου χαμηλό είναι και το ποσοστό των επιχειρήσεων που έχουν ανεπτυγμένη στρατηγική για τη χρήση του Internet of Things – IoT (11,5%). Επίσης, μόλις το 15% των επιχειρήσεων υιοθετεί τεχνολογίες αιχμής σε B2C κανάλια, ενώ μόλις το 31% συλλέγει και αναλύει συστηματικά δεδομένα πελατών.
Η ψηφιακή υστέρηση είναι εμφανώς μεγαλύτερη στις εταιρείες με μικρότερο μέγεθος με τις μικρομεσαίες επιχειρήσουν να υπολείπονται έναντι των μεγαλύτερων, καθώς η ψηφιακή ωριμότητα συνδέεται με το επιχειρηματικό μέγεθος. 7 στις 10 μεγάλες επιχειρήσεις κινούνται σε υψηλά επίπεδα ωριμότητας, κάτι που ισχύει μόλις για το 23% των μεσαίων και το 13% των μικρών επιχειρήσεων.
Ψηφιακή ωριμότητα
Πάντως, οι εταιρείες στην Ελλάδα οδεύουν στον δρόμο του ψηφιακού μετασχηματισμού και μάλιστα με ταχύτερο βηματισμό από τις ομολόγους τους σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με το Δείκτη Ψηφιακής Ωριμότητας (Digital Maturity Index – DMI) του ΣΕΒ, την περίοδο 2021-2022, η στροφή τους προς τις ψηφιακές τεχνολογίες πραγματοποιήθηκε με ρυθμό 9,2%, έναντι 1,9% του ευρωπαϊκού μέσου όρου – δηλαδή περίπου πέντε φορές ταχύτερα σε σχέση με τη μέση ευρωπαϊκή επιχείρηση.
Το Digital Maturity Index αποτελεί έναν σύνθετο, δευτερογενή δείκτη, που παρακολουθεί περίπου 100 διαφορετικές παραμέτρους σχετικές με τον ψηφιακό μετασχηματισμό, ομαδοποιώντας τες σε 7 διαστάσεις.
Ξεκινώντας από εξαιρετικά χαμηλό σημείο τα προηγούμενα χρόνια, οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν φτάσει το 70% της μέσης ψηφιακής ωριμότητας στην ΕΕ27, επιταχύνοντας τον ψηφιακό βηματισμό τους σε ένα περιβάλλον γεμάτο προκλήσεις
Ωστόσο, στις ευρωπαϊκές χώρες όπου η βιομηχανία καταλαμβάνει από 12% έως 16% του ΑΕΠ (δηλ. αντίστοιχα με την Ελλάδα), η ψηφιακή μετάβαση των επιχειρήσεων εξελίχθηκε, καθ΄ όλη τη διάρκεια της περασμένης 5ετίας, με ταχύτερο ρυθμό απ’ ό,τι στη χώρα μας.
Αυτό σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη έχουν ήδη πραγματοποιήσει σημαντικά βήματα για τον ψηφιακό μετασχηματισμό των διαδικασιών παραγωγής και λήψης αποφάσεων και βρίσκονται έτσι σε υψηλότερο επίπεδο ψηφιακής ωριμότητας από τις ελληνικές.
Πηγή: sepe.gr