✎ Υπολογισμός prorata και τήρηση χωριστών λογαριασμών όχι ως προϋπόθεση, αλλά ως τεκμηρίωση απόδειξης του φορολογούμενου ότι ορισμένες εισροές δεν είναι κοινές.
Το ΣτΕ σε πρόσφατη υπόθεση ΦΠΑ (ΣτΕ 961/2023) έκρινε ότι η εθνική πρόβλεψη δυνατότητας τήρησης ιδιαίτερων λογαριασμών κατά παρέκκλιση του κανόνα (περ. α και β της παρ. 6 του άρθρου 31 του ν. 2859/2000), για τον υπολογισμό για την δεν αντίκειται στην παρ. 5 β και γ του άρθρου 17 της έκτης οδηγίας του ΦΠΑ.
Το ΣτΕ επικύρωσε την απόφαση του εφετείου σύμφωνα με την οποία το τελευταίο έκρινε ότι την τήρηση χωριστών λογαριασμών ως αναγκαία προϋπόθεση, προκειμένου να αποδειχθεί ο ισχυρισμός του φορολογούμενου ότι, αν και μικτός υπόχρεος, δεν συνιστούν όλες οι γενικές δαπάνες αυτού, κοινές εισροές, προκειμένου να επιτύχει έτσι να μην εφαρμοσθεί η μέθοδος prorata επί όλων των κοινών εισροών αυτού, αλλά μόνον επί των δηλωθεισών από τον ίδιο ως κοινών.
Κρίνοντας έτσι , το εφετείο επικύρωσε, την εκ μέρους της φορολογικής αρχής εφαρμογή, του κανόνα των διατάξεων των παραγράφων 1 έως και 5 του άρθρου 31 του ν. 2859/2000 (κλάσμα prorata) επί του συνόλου των (κοινών) εισροών του φορολογούμενου, ως μικτού υπόχρεου και όχι επί των δηλωθεισών ως κοινών εκ μέρους του, που αποτελούσαν τμήμα μόνον του συνόλου των εισροών. Και τούτο, με την αιτιολογία ότι ο φορολογούμενος δεν απέδειξε (ελλείψει τηρήσεως χωριστών λογαριασμών) ότι μόνον ένα τμήμα υποκείμενων σε ΦΠΑ εισροών είναι κοινές, περίπτωση κατά την οποία θα ήταν εφαρμοστέα (όπως επεδίωκε) η μέθοδος prorata μόνον επί αυτού του τμήματος κοινών εισροών και όχι επί του συνόλου των κοινών δαπανών ,όπως έπραξε η φορολογική αρχή.
✎ Πότε εκκινεί η παραγραφή των τελών χαρτοσήμου
Το ΣτΕ (ΣτΕ 67/2023) έκρινε ότι κατά το σαφές γράμμα της διάταξης του πέμπτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 3 του ΚΝΤΧ, η υποχρέωση καταβολής των τελών χαρτοσήμου καθίσταται ληξιπρόθεσμη με την παρέλευση του πρώτου δεκαπενθημέρου του μήνα που έπεται της εγγραφής της σχετικής πράξης στα λογιστικά βιβλία του υποχρέου και, συνεπώς, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά με τις αποφάσεις ΣτΕ 432/2020 – ΣτΕ 433/2020 της επταμελούς σύνθεσης του Τμήματος, η προθεσμία παραγραφής για τον καταλογισμό των οφειλόμενων τελών εκκινεί από το τέλος του έτους εντός του οποίου επήλθε το ληξιπρόθεσμο της οφειλής [την ερμηνεία, άλλωστε, αυτή ασπάζεται ήδη και η ίδια η φορολογική Διοίκηση (βλ. την υπ’ αριθμ. Ε.2049/2021 ερμηνευτική εγκύκλιο του Διοικητή της ΑΑΔΕ)].
✎ Εικονικά τιμολόγια και παντελώς αμέτοχος (εκδότης/λήπτης)
Το ΣτΕ έκρινε (ΣτΕ 437/2023) ότι δεν δύναται να θεωρηθεί «παντελώς αμέτοχος» επί ανύπαρκτης συναλλαγής (εικονικής) ο έχων την ιδιότητα του επιτηδευματία και πραγματικός εκδότης ή (και) λήπτης εικονικού φορολογικού στοιχείου, ιδίως όταν δεν είναι συναλλακτικώς ανύπαρκτος, ήτοι άσχετος με οποιαδήποτε ουσιαστική δραστηριοποίηση στον χώρο, στον οποίο εντάσσεται η συγκεκριμένη συναλλαγή (ΣτΕ 1898/2018), έστω και αν αποδεδειγμένα ενήργησε για λογαριασμό τρίτου και τυχόν δεν άντλησε οικονομική ωφέλεια από την οικεία συναλλαγή και, επομένως, υπόκειται στις προβλεπόμενες διοικητικές κυρώσεις.
Η βάσει ιδιωτικού συμφωνητικού μεταξύ ιατρού και διαγνωστικού κέντρου παράδοση από το τελευταίο των σχετικών εντολών διενέργειας μικροβιολογικών εξετάσεων στ..ν ιατρό, προκειμένου αυτ.. να τις ελέγξει και να τις υποβάλει στο όνομά τ.. για είσπραξη των αντίστοιχων αμοιβών με την έκδοση σχετικών ΑΠΥ, καθώς και η λήψη, μετά την απόδοση των χρημάτων στο διαγνωστικό κέντρο, τιμολογίων, τα οποία αποτελούν δαπάνες για τους ιατρούς και εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους, δεν αποδεικνύει ότι … ιατρός είχε πλήρη άγνοια και ότι ήταν παντελώς αμέτοχος της συναλλαγής, ενόψει και της έκτασης και πλήθους των εντολών, καθόσον αποδέχθηκε εμμέσως με τη στάση τ… και διευκόλυνε εκ των πραγμάτων την όλη επιχείρηση των πλαστών εντολών, τούτο δε ανεξάρτητα από την ύπαρξη δόλου στο πρόσωπό τ… γιατρού ως προς τη λήψη των 2 εικονικών ΤΠΥ, αφού το στοιχείο της υποκειμενικής συμπεριφοράς και δη η υποστηριζόμενη καλή πίστη του λήπτη εξετάζεται μόνο στην περίπτωση που τα στοιχεία αυτά που έλαβε εκδόθηκαν από ανύπαρκτο φορολογικώς πρόσωπο.
✎ Διασφαλιστικά μέτρα σε βάρος φυσικού προσώπου για μη επίδειξη βιβλίων
Το ΣτΕ (ΣτΕ 974/2023) έκρινε ότι οι διατάξεις του ΚΦΔ για την λήψη διασφαλιστικών μέτρων σε βάρος υπόχρεου (παρ.5. άρθρου 46 τουν. 4987/2022) πρέπει να ερμηνεύονται στενά και σε συμφωνία προς τις απαιτήσεις της αρχής της αναλογικότητας, καθόσον τα κατ’ εφαρμογή τους επιβαλλόμενα μέτρα επιφέρουν πράγματι σοβαρούς περιορισμούς στα περιουσιακά δικαιώματα και στην οικονομική ελευθερία των φορολογουμένων, σε βάρος των οποίων λαμβάνονται, δεδομένου, μάλιστα, ότι η λήψη τους στηρίζεται σε πορίσματα ελέγχου που δεν έχουν ακόμη υιοθετηθεί από το αρμόδιο για την έκδοση της καταλογιστικής πράξης όργανο της φορολογικής διοίκησης- όταν ο πιθανολογούμενος ως οφειλόμενος από την εταιρεία για ορισμένη χρήση φόρος προκύπτει από εξωλογιστικό προσδιορισμό των οικονομικών της αποτελεσμάτων, ο οποίος χωρεί λόγω μη επίδειξης των βιβλίων και στοιχείων της εταιρείας στη φορολογική αρχή, δεν επιτρέπεται να επιβληθούν διασφαλιστικά μέτρα σε βάρος φυσικού προσώπου, το οποίο, ανεξαρτήτως αν είχε ιδιότητα σχετική με τη διοίκηση της εταιρείας κατά την ως άνω χρήση, πάντως είχε αποβάλει αυτήν όταν ζητήθηκε η επίδειξη των βιβλίων και στοιχείων της εταιρείας.
✎ Ειδική κύρωση ν. 1882/1990 για τους λήπτες πλαστών ή εικονικών
Το ΣτΕ έκρινε με την απόφαση ΣτΕ 1580/2022 ότι η διάταξη του άρθρου 8 παρ. 12 του ν. 1882/1990 υποχρέωση του λήπτη των πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων για την “απόδοση” προς το Δημόσιο του φόρου προστιθέμενης αξίας, ο οποίος δεν αποδόθηκε από τον εκδότη των στοιχείων αυτών, αποτελεί καταλογισμό του αναλογούντος φόρου σε βάρος του και δεν συνιστά κύρωση λόγω της παραβάσεως της λήψεως πλαστού ή εικονικού φορολογικού στοιχείου. Συνεπώς, η επίμαχη διάταξη δεν καταλαμβάνεται από το πεδίο εφαρμογής της διατάξεως της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του ν. 2523/1997, με την οποία καταργήθηκε ρητά από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού κάθε άλλη διάταξη που προβλέπει την επιβολή κυρώσεων για παράβαση της φορολογικής νομοθεσίας, πλην των απαριθμούμενων στις παραγράφους 3-5 του ιδίου άρθρου διατάξεων, και, ως εκ τούτου, εξακολούθησε να ισχύει και μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.
✎ Μη κερδοσκοπική επιχείρηση – Πότε αίρεται ο μη κερδοσκοπικός χαρακτήρας
Το ΣτΕ έκρινε με την απόφασή του ΣτΕ 973/2023 ότι ο μη κερδοσκοπικός χαρακτήρας του νομικού προσώπου δεν αίρεται, εκ μόνου του λόγου ότι, κατά την άσκηση της δραστηριότητας του – και, ιδίως, εκείνης που αναπτύσσει στο πλαίσιο της εκπλήρωσης των καταστατικών του σκοπών – προέκυψαν έσοδα ή ακόμα και θετικό οικονομικό αποτέλεσμα εφόσον, πάντως, τα έσοδα ή τα πλεονάσματα αυτά διατίθενται για την περαιτέρω προώθηση των εκ του καταστατικού καθοριζόμενων σκοπών του και δεν διανέμονται, κατά τρόπο άμεσο ή έμμεσο, στα μέλη του – Η φορολογική αρχή πρέπει να τεκμηριώσει την απώλεια του κερδοσκοπικού χαρακτήρα του νομικού προσώπου.
Στην συγκεκριμένη υπόθεση το μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα αεραθλητικό σωματείο, δεν απέκτησε την ιδιότητα του επιτηδευματία και, κατ’ επέκταση, του κατ’ αρχήν υπόχρεου στην τήρηση βιβλίων και στοιχείων (άρθρο 2 παρ. 1 του Κ.Β.Σ.) εκ μόνου του λόγου ότι παρείχε επ’ αμοιβή σε μέλη του υπηρεσίες εκμάθησης ερασιτεχνικού χειρισμού αεροσκαφών, δραστηριότητα που ενέπιπτε, άλλωστε, στους κύριους καταστατικούς του σκοπούς, στους οποίους, κατά τα ήδη εκτεθέντα, περιλαμβανόταν η προαγωγή του αεραθλητισμού μέσω, μεταξύ άλλων, της παροχής θεωρητικών και πρακτικών μαθημάτων στα μέλη του.
Η φορολογική αρχή, η οποία φέρει και το σχετικό βάρος απόδειξης, δεν απέδειξε ότι, εν προκειμένω, το σύνολο ή τμήμα των εσόδων αυτών διανεμήθηκαν, έστω και κατ’ έμμεσο τρόπο, στα μέλη του σωματείου, ούτε, άλλωστε, ότι τα έσοδα αυτά διατέθηκαν, τελικώς, για την εκπλήρωση σκοπών ξένων προς τους καταστατικούς του σκοπούς. Για την ταυτότητα του νομικού λόγου, η εκ μέρους του σωματείου κατά συστηματικό τρόπο παροχή των υπηρεσιών αυτών, όπως, άλλωστε, και η χορήγηση πτυχίου ερασιτεχνικού χειρισμού αεροσκάφους μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της σχετικής θεωρητικής και πρακτικής αεραθλητικής εκπαίδευσης, δεν προσδίδουν στη συγκεκριμένη επ’ αμοιβή δραστηριότητα τον χαρακτήρα εν τοις πράγμασιν άσκησης εμπορικής επιχείρησης, ούτε, άλλωστε, συνιστούν περίπτωση εκτροπής του αναιρεσίβλητου από τους εκ του καταστατικού του μη κερδοσκοπικούς του σκοπούς, όπως ορθώς κρίθηκε με την απόφαση του εφετείου. Η ορθότητα της κρίσης αυτής δεν κλονίζεται, εξάλλου, από τον ισχυρισμό του δημοσίου ότι για την παροχή των συγκεκριμένων υπηρεσιών το αναιρεσίβλητο εισέπραττε αντάλλαγμα (αμοιβή), που υπερέβαινε καθ’ ύψος «μια εύλογη και τακτικά καταβλητέα συνδρομή» των μελών του, προεχόντως διότι ο ισχυρισμός αυτός ερείδεται επί πραγματικού που δεν προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, στην οποία, αντιθέτως, αναφέρεται ότι τα προερχόμενα από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα έσοδα διετίθεντο για την κάλυψη του κόστους παροχής των συγκεκριμένων υπηρεσιών.
Πηγή:Taxheaven