Κωνσταντίνος Μαριόλης
Από την αρχή ξαναγράφονται οι προβλέψεις των αναλυτών για το πόσο ψηλά θα φτάσουν τα επιτόκια σε Ευρώπη και Αμερική, καθώς η πραγματικότητα της ακρίβειας σε όλα τα μήκη και πλάτη της οικονομίας διαψεύδει τις αρχικές εκτιμήσεις για ταχεία αποκλιμάκωση του πληθωρισμού μέσα στο 2023. Την ώρα που οι αγορές έχουν προεξοφλήσει την αύξηση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης στην Ευρώπη, στις 16 Μαρτίου, και κατά 25 μονάδες βάσης στις ΗΠΑ, στις 22 Μαρτίου, η επιστροφή του πληθωρισμού σε ανοδική τροχιά τον Φεβρουάριο, επιτρέπει στα «γεράκια» των κεντρικών τραπεζών να ασκήσουν πιέσεις για ακόμα πιο επιθετικές αυξήσεις.
Στην περίπτωση που μέσα στις επόμενες ημέρες δεν υπάρξει κάποια απροσδόκητη εξέλιξη σε κάποιο κρίσιμο οικονομικό δείκτη, δεν αποκλείεται να δούμε την Κριστίν Λαγκάρντ να ανακοινώνει αύξηση των επιτοκίων κατά 0,75% και τον Τζερόμ Πάουελ κατά 0,50% μέσα στο μήνα.
Οι δηλώσεις των αξιωματούχων της ΕΚΤ, αποκαλύπτουν τις προθέσεις τους να συνεχιστεί το αφήγημα του «υψηλότερα επιτόκια για περισσότερο». Την περασμένη εβδομάδα ήταν ο κεντρικός τραπεζίτης του Βελγίου και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, Pierre Wunsch, ο οποίος προστέθηκε στον αντιπρόεδρο της ΕΚΤ, Luis de Guindos, στον διοικητή της κεντρικής τράπεζας της Εσθονίας, Madis Muller και στον επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Σλοβενίας, Bostjan Vasle.
Όλοι τους αναφέρθηκαν στην αποφασιστικότητα της ΕΚΤ να θέσει με κάθε τρόπο τον δομικό πληθωρισμό υπό έλεγχο. Στην περίπτωση που ο δομικός πληθωρισμός συνεχίσει να καλπάζει ή αν μείνει «κολλημένος» για καιρό πάνω από το 5%, τότε αυξάνεται σημαντικά η πιθανότητα να δούμε την Λαγκάρντ να ανεβάζει το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων στο ιστορικό υψηλό του 4% έως τον ερχόμενο Σεπτέμβριο.
Λάδι… στη φωτιά των υψηλών επιτοκίων έριξε χθες ο Ιρλανδός επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, ο οποίος δήλωσε ότι τα επιτόκια θα πρέπει να συνεχίσουν να αυξάνονται τους επόμενους μήνες, ακόμα και στην περίπτωση που υπάρχουν ενδείξεις χαλάρωσης των πληθωριστικών πιέσεων. Παράλληλα, απομακρύνεται η αντιστροφή της τάσης και χάνονται κάπου στον ορίζοντα οι πρώτες μειώσεις επιτοκίων.
Το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ έχει ήδη ανέλθει στο 2,5% από -0,50% που βρισκόταν πριν τον περασμένο Ιούλιο και αν φτάσει την επόμενη εβδομάδα στο 3,25% θα είναι το υψηλότερο από τον Οκτώβριο του 2008. Η ΕΚΤ έχει προβεί δύο ακόμη φορές σε αυξήσεις των 75μ.β., στις 14 Σεπτεμβρίου και στις 2 Νοεμβρίου 2022. Με τα σημερινά δεδομένα και μετά την επιβεβαίωση από τον Λέιν, ότι οι αυξήσεις δεν θα σταματήσουν τον Μάρτιο, το επιτόκιο θα φτάσει τουλάχιστον στο 3,25% τον Μάιο και θα υπολείπεται μόλις 50μ.β. από το ιστορικό υψηλό του 3,75%.
Η Fed, από την πλευρά της, έχει αυξήσει τα επιτόκια στο στόχο του 4,5% – 4,75% και αν ανέβει στο 5%-5,25%, θα έχει επιστρέψει στον Σεπτέμβριο του 2007.
Όσο η οικονομική δραστηριότητα αποκρούει με επιτυχία τις όποιες υφεσιακές πιέσεις και όσο τα στοιχεία για την πορεία των τιμών σε ΗΠΑ και Ευρώπη ξεπερνούν προς τα πάνω τις εκτιμήσεις, τόσο οι προσδοκίες για τα επιτόκια επιβεβαιώνουν το αφήγημα του «υψηλότερα για περισσότερο». Αν τελικά η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επιταχύνουν τον κύκλο των επιτοκιακών αυξήσεων, αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα καταλήξουμε τους επόμενους μήνες σε υψηλότερα «τελικά» επιτόκια, αλλά σίγουρα αυξάνονται οι πιθανότητες να παραμείνει το χρήμα ακριβότερο για μεγάλο χρονικό διάστημα, πλήττοντας έτσι ακόμη περισσότερο την οικονομία.
Στον απόηχο των εξελίξεων, η αντίδραση των αγορών είναι ακαριαία. Η απόδοση του κρατικού ομολόγου αναφοράς για την Ευρώπη, του 10ετούς της Γερμανίας, ξεπέρασε χθες το 2,74%, σκαρφαλώνοντας σε νέο υψηλό από το 2011, ενώ η απόδοση του ελληνικού 10ετούς διαμορφώνεται στο 4,5% και του ιταλικού στο 4,56%. Την ίδια ώρα, το ευρώ ενισχύθηκε έως και 0,50% έναντι του δολαρίου, πλησιάζοντας στο επίπεδο των 1,07 δολαρίων.
Πηγή: Liberal